BloodRadio
Δύο σταρ της παγκόσμιας μουσικής που γλίτωσαν στο παρά πέντε από του χάρου τα δόντια!

Ποιοι και γιατί τους ήθελαν νεκρούς
Το να είναι διάσημος σταρ κανείς δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο. Σίγουρα, υπάρχουν πολλά προνόμια, όπως η φήμη και τα πολλά χρήματα, αλλά πρέπει να αφιερώσει κανείς πάρα πολλές ώρες για να καταφέρει τελικά να πετύχει τον σκοπό του. Η τόση δημοσιότητα, ωστόσο, ενέχει και κινδύνους καθώς πάντα παραμονεύει ο κίνδυνος να έρθει κανείς αντιμέτωπος με κάποιον παρανοϊκό θαυμαστή, που στην καλύτερη θα έχει εμμονή μαζί του και θα τον ακολουθεί παντού, και στη χειρότερη θα θέλει ακόμη και να τον δολοφονήσει.
50 Cent
Αν θέλει κανείς να γίνει καλλιτέχνης της ραπ και της χιπ- χοπ μουσικής, πιθανότατα θα πρέπει να αγοράσει και ένα αλεξίσφαιρο γιλέκο. Ο Ghostface Killah πυροβολήθηκε στο λαιμό και το χέρι. Ο διαβόητος B.I.G. δολοφονήθηκε σε πυροβολισμό, ενώ ο Tupac Shakur πυροβολήθηκε πολλές φορές το 1994 πριν σκοτωθεί το 1996. Φαίνεται τελικά ότι η ενασχόληση με τη ραπ είναι μια επικίνδυνη «επιχείρηση», κάτι που ο 50 Cent έμαθε με τον πιο σκληρό τρόπο. Ήταν το 2000 όταν ο 50 Cent καθόταν σε ένα αυτοκίνητο έξω από το σπίτι της γιαγιάς του στο Κουίνς, όταν ένας άγνωστος άντρας ανέβηκε στο όχημά του, έβγαλε το όπλο του και έριξε εννέα σφαίρες στον ράπερ, χτυπώντας διάφορα σημεία του σώματός του, όπως το πόδι, το ισχίο, το δεξί χέρι, το στήθος και την αριστερή πλευρά του προσώπου του. Αφού άδειασε το όπλο του, ο ένοπλος κατάφερε να δραπετεύσει, και ενώ δεν συνελήφθη ποτέ, πολλοί υποπτεύονταν ότι ο επιτιθέμενος ήταν ο Ντάρυλ Μπάουμ, ένας άντρας που εργάστηκε ως σωματοφύλακας του Μάικ Τάισον. Πριν όμως μπορέσει να προσαχθεί στη δικαιοσύνη ο Μπάουμ, δολοφονήθηκε, πιθανώς ως αντίποινα για την επίθεση στον 50 Cent. Ο ράπερ χρειάστηκε έξι εβδομάδες για να μπορέσει να περπατήσει και πάλι μόνος του και πέντε μήνες για να ανακάμψει εντελώς. Η επίθεση άλλαξε επίσης μόνιμα τον τρόπο ομιλίας του, καθώς ένας πυροβολισμός κατέστρεψε το στόμα του -στην πραγματικότητα, ένα κομμάτι από μία από τις εννιά σφαίρας εξακολουθεί να βρίσκεται στη γλώσσα του. Όπως εξήγησε ο τραγουδιστής στο Vanity Fair, οι γιατροί δεν αφαίρεσαν τη σφαίρα καθώς θα είχε καταστρέψει περαιτέρω τα νεύρα του. Τζορτζ Χάρισον

Όλοι γνωρίζουμε ότι ο Μαρκ Ντέιβιντ Τσάπμαν δολοφόνησε τον Τζον Λένον, αλλά ο Λένον δεν ήταν το μοναδικό μέλος των Μπιτλς που αντιμετώπισε έναν πραγματικά επικίνδυνο θαυμαστή. Η 30η Δεκεμβρίου του 1999 ήταν μια πολύ κακή μέρα για τον Τζορτζ Χάρισον, χάρη σε έναν σχιζοφρενή ονόματι Μάικλ Άμπραμ, που πίστευε ότι ο Χάρισον ήταν μια μάγισσα που τον είχε κυριεύσει. Νομίζοντας ότι ο Θεός ήταν εκείνος που ήθελε τον Άμπραμ να σκοτώσει τον Χάρισον, ο Άμπραμ εισέβαλε στο αρχοντικό του κιθαρίστα στο Oxfordshire, οπλισμένος με ένα μαχαίρι και ένα πέτρινο σπαθί που είχε σπάσει από ένα άγαλμα στον κήπο του Χάρισον. Ευτυχώς, ο Χάρισον βγήκε από την κρεβατοκάμαρά του και είδε τον Άμπραμ στο σπίτι. Ελπίζοντας να μπερδέψει τον εισβολέα, ο τραγουδιστής άρχισε να φωνάζει διάφορα περίεργα, αλλά το κόλπο δεν έπιασε. Ο Άμπραμ είχε το μυαλό του στον Τζορτζ, και έτρεξε στις σκάλες, έτοιμος να σκοτώσει τον σταρ. Καθώς οι δύο άντρες μάχονταν -ο ένας με την απειλή του μαχαιριού προσπαθούσε να σκοτώσει τον Χάρισον και ο ίδιος ο Χάρισον προσπαθούσε να σώσει την ζωή του- η γυναίκα του Χάρισον χτύπησε τον Άμπραμ στο κεφάλι με ένα μπρούντζινο σκεύος. Κατά τη διάρκεια της μάχης, ο Χάρισον μαχαιρώθηκε στο στήθος, ενώ αργότερα περιέγραψε πώς μπορούσε να ακούσει τον πνεύμονά του να ξεφουσκώνει. Μετά τη σύλληψή του, ο Άμπραμ πέρασε μερικούς μήνες σε ψυχιατρικό νοσοκομείο πριν αφεθεί ελεύθερος το 2002. Σύμφωνα με το grunge.com σήμερα ζει σε έναν ξενώνα, με φαρμακευτική αγωγή και ψυχιατρική βοήθεια, και ελπίζει «να είναι ένας συνηθισμένος τύπος».